Ο νομοθέτης, αποβλέποντας στην προστασία της μητρότητας, η οποία μάλιστα κατοχυρώνεται και συνταγματικά (άρθρο 21 παρ. 1 Συντάγματος), έχει ορίσει με το άρθρο 15 παρ. 1 του Νόμου 1483/1984, όπως αυτό τροποποιήθηκε με τον Νόμο 3996/2011, ότι απαγορεύεται και είναι απολύτως άκυρη η καταγγελία της σχέσης εργασίας εργαζόμενης με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου, τόσο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης της, όσο και για το χρονικό διάστημα 18 μηνών μετά τον τοκετό ή κατά την απουσία της για μεγαλύτερο χρόνο λόγω ασθένειας που οφείλεται στην κύηση ή τον τοκετό, έκτος αν υπάρχει σπουδαίος λόγος για την καταγγελία. Επίσης, το άρθρο 10 παρ. 2 του Π.Δ. 176/1997 ορίζει ότι σε περίπτωση καταγγελίας της σχέσης εργασίας εφόσον υπάρχει σπουδαίος λόγος κατά το άρθρο 15 παρ. 1 του Νόμου 1483/1984, ο εργοδότης οφείλει να αιτιολογήσει δεόντως την καταγγελία γραπτώς και να προβεί σε σχετική κοινοποίηση στην Επιθεώρηση Εργασίας.
Με βάση, επομένως, την διάταξη του άρθρου 15 του Νόμου 1483/1984, καθίσταται άκυρη η απόλυση γυναίκας εργαζόμενης που λαμβάνει χώρα είτε κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης της είτε κατά το χρονικό διάστημα των 18 μηνών που έπονται του τοκετού. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι η κατά παράβαση της εν λόγω νομοθετικής διάταξης καταγγελία θεωρείται ως μη γενομένη και ο εργοδότης οφείλει για όλο το χρονικό διάστημα από την καταγγελία μισθούς υπερημερίας.
Ιδιαίτερα θα πρέπει να εξαρθεί το ότι η προστασία που παρέχεται από τον νόμο κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης και μετά τον τοκετό δεν εξαρτάται από το εάν ο εργοδότης γνώριζε ή όχι την εγκυμοσύνη, με αποτέλεσμα η εργαζόμενη να μπορεί να επικαλεσθεί την ακυρότητα της απόλυσής της, ακόμη και αν ο εργοδότης αγνοούσε παντελώς την εγκυμοσύνη. Περαιτέρω, η ως άνω προστασία επιφυλάσσεται τόσο στις έγκυρες συμβάσεις εργασίας όσο και στις άκυρες συμβάσεις εργασίας, άποψη που έχει επικυρωθεί και από την υπ’ αριθ. 892/2003 απόφαση του Αρείου Πάγου.
Εξαίρεση από την παρεχόμενη προστασία προβλέπει ο νόμος μόνο στην περίπτωση που συντρέχει σπουδαίος λόγος που να δικαιολογεί την απόλυση της εγκύου. Ειδικότερα, ως σπουδαίος λόγος νοείται κάθε περιστατικό, το οποίο κατ’ αντικειμενική κρίση και εκτίμηση, καθιστά στην συγκεκριμένη περίπτωση, σύμφωνα με την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη, μη ανεκτή την συνέχιση της σύμβασης εργασίας. Σπουδαίο λόγο αποτελεί λ.χ. η μη συμμόρφωση της εργαζομένης προς τις οδηγίες και υποδείξεις του εργοδότη, η άσκηση ανταγωνιστικής προς τον εργοδότη δραστηριότητας, η πλημμελής εκπλήρωση των εργασιακών καθηκόντων κ.ο.κ. Στην περίπτωση αυτή, πάντως, ο εργοδότης δεν απαλλάσσεται από την υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης προς την εργαζομένη, εκτός εάν ο σπουδαίος λόγος για τον οποίο καταγγέλθηκε η σύμβαση εργασίας συνίσταται σε διάπραξη ποινικού αδικήματος για το οποίο ασκήθηκε ποινική δίωξη ή υποβλήθηκε μήνυση εκ μέρους του εργοδότη.
Θα πρέπει να σημειωθεί, πάντως, ότι η εκ μέρους της εργαζομένης επίκληση της ακυρότητας της γενομένης καταγγελίας μπορεί να λάβει χώρα μόνο εντός της προθεσμίας των τριών (3) μηνών από την ημερομηνία της καταγγελίας. Σε διαφορετική περίπτωση, η εργαζομένη χάνει το δικαίωμα να προσβάλει την απόλυσή της ως άκυρη. Για τον λόγο αυτό, εφιστάται η προσοχή σε κάθε εργαζόμενο που απολύεται να σπεύδει εγκαίρως να απευθυνθεί σε εξειδικευμένο νομικό, ώστε να πληροφορηθεί σχετικά με τα δικαιώματά του και τον τρόπο της αποτελεσματικής τους προάσπισης.
* Για περισσότερες πληροφορίες ή νομικές συμβουλές, μην διστάσετε να επικοινωνήσετε με το γραφείο μας στο τηλ. 2313 079293 ή με email στο info@siopi-law.gr*
Δάφνη I. Σιώπη
Δικηγόρος LLM
Τσιμισκή 52, Θεσσαλονίκη
Τ. 2313 079293, 6977 568673
Ε. info@siopi-law.gr, dsiopi@siopi-law.gr