Κατά την διάρκεια λειτουργίας μίας εργασιακής σχέσης, μπορούν να συμβούν από νομικά ή πραγματικά γεγονότα που μεσολαβούν, διάφορες αλλαγές στο πρόσωπο του εργοδότη. Σε περίπτωση μεταβολής του προσώπου του εργοδότη, δημιουργείται, αφενός, το ζήτημα της προστασίας της ίδιας της εργασιακής σχέσης και, αφετέρου, της διασφάλισης συγκεκριμένων δικαιωμάτων που ο εργαζόμενος είχε αποκτήσει με βάση τη σύμβαση εργασίας του και τους λοιπούς ρυθμιστικούς παράγοντες υπό τον παλαιό εργοδότη στο νέο εργασιακό περιβάλλον που προκύπτει από την είσοδο στην εργασιακή σχέση του διάδοχου εργοδότη.
Βάσει του άρθρου 6 παρ. 1 του Ν. 2112/1920, ορίστηκε ότι «η μεταβολή του προσώπου του εργοδότη οπωσδήποτε επερχόμενη, ουδαμώς επηρεάζει την εφαρμογή των υπέρ των υπαλλήλων διατάξεων του παρόντος νόμου». Η παραπάνω διάταξη ερμηνεύθηκε έτδι που παγίως να γίνεται δεκτό ότι ο υπάλληλος δε στερείται το σύνολο των πλεονεκτημάτων από την εργασία. Η προστασία του δηλαδή δεν περιορίζεται στο να μη θίγονται μόνο τα δικαιώματά του για αποζημίωση που προβλέπει ο Ν. 2112/1920. Ο νέος εργοδότης υπεισέρχεται σε όλες τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις προϋφιστάμενες σχέσεις, χωρίς να επηρεάζονται τα δικαιώματα των μισθωτών. Με άλλα λόγια, καθιερώνεται η αυτοδίκαιη μεταβίβαση της εργασιακής σχέσης. Η εν λόγω διάταξη εφαρμόζεται όχι μόνο σε περιπτώσεις «μεταβίβασης» της επιχείρησης, αλλά σε κάθε περίπτωση που με οποιοδήποτε τρόπο υπάρχει υποκατάσταση ενός εργοδότη από έναν άλλο, όντας αδιάφορο αν υπάρχει ανάμεσα στους δύο εργοδότες πράξη μεταβίβασης ή υποκατάσταση ενοχικής σχέσης.
Ειδικώς δε οι περιπτώσεις μεταβίβασης ή συγχώνευσης επιχειρήσεων ρυθμίζονται από το ΠΔ 572/1988, όπως τροποποιήθηκε με το ΠΔ 178/2002, το οποίο αποτελεί ενσωμάτωση στο ελληνικό δίκαιο της κοινοτικής οδηγίας 77/187 (τροποποιηθείσα με την 98/50).
Βασικό άξονα των νομοθετικών αυτών κειμένων αποτελεί η αρχή ότι, σε περίπτωση μεταβίβασης επιχείρησης ή εκμετάλλευσης ή τμήματος εκμετάλλευσης, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις από την εργασιακή σχέση μεταβιβάζονται αυτοδικαίως και ως έχουν στον διάδοχο εργοδότη. Παράλληλα όμως με τον διάδοχο, παραμένει υπεύθυνος εις ολόκληρο (εξίσου) και ο μεταβιβάζων εργοδότης για τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από τη σχέση εργασίας μέχρι τον χρόνο που αναλαμβάνει ο διάδοχος. Η παρεχόμενη προστασία από το Π.Δ. στις περιπτώσεις μεταβίβασης επιχείρησης έχει τριπλή κατεύθυνση: α) διασφαλίζει την υπόσταση της σχέσης εργασίας (προστασία κατά της απόλυσης), β) κατοχυρώνει το περιεχόμενο της σχέσης εργασίας (διατήρηση κεκτημένων δικαιωμάτων), γ) εξασφαλίζει τις γεννημένες απαιτήσεις των μισθωτών και απέναντι στον νέο εργοδότη (εγγυητική λειτουργία).
Προϋπόθεση για την εφαρμογή του Π.Δ. είναι: α) η ύπαρξη μεταβίβασης, β) η μεταβίβαση να έχει ως αντικείμενο επιχείρηση ή εγκαταστάσεις ή τμήματα εγκαταστάσεών της και γ) η διατήρηση της ταυτότητας της επιχείρησης.
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 1 του Π.Δ. 178/2002, με την μεταβίβαση της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης ή των τμημάτων αυτών και από την ημερομηνία αυτής, όλα τα υφιστάμενα δικαιώματα και οι αντίστοιχες υποχρεώσεις, που είχε ο μεταβιβάζων από σύμβαση ή σχέση εργασίας, μεταφέρονται στο διάδοχο, ο δε προηγούμενος εργοδότης εξακολουθεί να ευθύνεται και μετά τη μεταβίβαση αλληλεγγύως και εις ολόκληρο με το διάδοχο, για τις υποχρεώσεις που είχαν προκύψει από σύμβαση ή σχέση εργασίας μέχρι το χρόνο που αναλαμβάνει ο διάδοχος. Οπότε, με την κατά τα άνω μεταβίβαση της επιχείρησης επέρχεται μεταβολή στο πρόσωπο του εργοδότη, κατ` εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 6 παρ.1 του Ν. 2112/1920 και 9 παρ.1 του Β.Δ/τος της 16/18-7-1920 “περί επεκτάσεως του ν. 2112 και επί των εργατών κλπ”. Η ως άνω μεταβολή στο πρόσωπο του εργοδότη (φορέα της επιχείρησης) επέρχεται αυτοδικαίως και ανεξάρτητα από τη νομική αιτία και τη μορφή μεταβίβασης της επιχείρησης κλπ, για την οποία, αν και οι εργαζόμενοι πρέπει να ενημερωθούν έγκαιρα και να κληθούν σε διαβουλεύσεις, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 8 του Π.Δ. 178/2002, δεν είναι αναγκαίο να συναινέσουν με οποιοδήποτε τρόπο.
Οι ως άνω διατάξεις του άρθρου 4 παρ.1 και 2 του Π.Δ. 178/2002 συνιστούν διατάξεις αναγκαστικού δικαίου, αποσκοπώντας στην προστασία του περιεχόμενου της εργασιακής σχέσης, και συνακόλουθα είναι άκυρη η συμφωνία μεταξύ του μεταβιβάζοντος και των εργαζομένων, βάσει της οποίας οι τελευταίοι παραιτούνται από συμβατικές τους αξιώσεις, όταν η συμφωνία αυτή έχει ως αιτία τη μεταβίβαση και στοχεύει στο ν` αποτραπεί η υπεισέλευση του νέου φορέα στο σύνολο των υφισταμένων δικαιωμάτων και υποχρεώσεων έναντι των εργαζομένων. Επίσης, άκυρη, λόγω καταστρατήγησης, είναι και η λύση της σύμβασης εργασίας με κοινή συμφωνία μεταξύ μεταβιβάζοντος και εργαζόμενου και η σύναψη ταυτόχρονα με το νέο φορέα της επιχείρησης νέας σύμβασης εργασίας, αφού με τη μεθόδευση αυτή, μολονότι διατηρείται η σχέση εργασίας, διακόπτεται η συνέχεια της εργασιακής σχέσης.
Επομένως, οι εργαζόμενοι, των οποίων, λόγω μεταβίβασης της επιχείρησης κλπ, οι θέσεις εργασίας παύουν να υφίστανται στην υπηρεσία του μεταβιβάζοντος, οφείλουν, καταρχήν, να συνεχίσουν την παροχή της εργασίας τους με τους ίδιους όρους στην υπηρεσία του διαδόχου, στην οποία μεταφέρονται οι θέσεις εργασίας (που εκ των πραγμάτων είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένες με την οικονομική δραστηριότητα που μεταβιβάζεται). Όπως αναφέρθηκε όμως, η μεταβίβαση της επιχείρησης κλπ επέρχεται με πρωτοβουλία του εργοδότη, χωρίς να είναι αναγκαία η συναίνεση των εργαζομένων. Ως εκ τούτου, συνιστά μονομερή μεταβολή των όρων εργασίας (ΑΠ 997/2018, ΑΠ 1832/2017) και κατά συνέπεια, εάν η μεταβολή αυτή είναι βλαπτική των όρων εργασίας του εργαζομένου, ο τελευταίος κατ` εφαρμογή του άρθρου 7 παρ.1 του Ν. 2112/1920 έχει όλα τα πλεονεκτήματα που θα είχε, εάν στην καταγγελία προέβαινε ο ίδιος ο εργοδότης.
Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 5 παρ. 1 του Π.Δ. 178/2002, η μεταβίβαση μιας επιχείρησης, εγκατάστασης ή τμήματος επιχείρησης ή εγκατάστασης δεν συνιστά αυτή καθ` εαυτή λόγο απόλυσης εργαζομένων. Η εν λόγω διάταξη απαγορεύει την καταγγελία που γίνεται λόγω της μεταβίβασης και συνεπώς οι απολύσεις που λαμβάνουν χώρα συνεπεία της μεταβίβασης είναι άκυρες. Προϋποθέσεις εφαρμογής της εν λόγω διάταξης είναι: α) να υφίσταται συμβατική ή εκ του νόμου μεταβίβαση επιχείρησης, εκμετάλλευσης ή τμημάτων τους και β) η καταγγελία να έχει ως αιτία τη μεταβίβαση, αυτή καθαυτή, και όχι άλλους λόγους.
Με το άρθρο 8 του Π.Δ. 178/2002 προβλέπεται ρητή υποχρέωση τόσο του μεταβιβάζοντος εργοδότη, όσο και του διαδόχου να πληροφορούν τους εκπροσώπους των εργαζομένων τους, για τα ακόλουθα σημεία:
α) την ημερομηνία ή την προτεινόμενη ημερομηνία μεταβίβασης,
β) τους λόγους της μεταβίβασης,
γ) τις νομικές, οικονομικές και κοινωνικές συνεπειες για τους εργαζόμενους από τη μεταβίβαση,
δ) τα προβλεπόμενα μέτρα όσον αφορά τους εργαζόμενους.
Όταν ο μεταβιβάζων ή ο διάδοχος προτίθενται να λάβουν μέτρα αλλαγής του καθεστώτος των εργαζομένων τους, είναι υποχρεωμένοι να προβαίνουν εγκαίρως σε διαβουλεύσεις για τα μέτρα αυτό με τους εκπροσώπους των εν λόγω εργαζομένων, προκειμένου να επιτευχθεί συμφωνία. Τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων καταγράφονται σε πρακτικό στο οποίο διατυπώνονται οι τελικές θέσεις των ενδιαφερομένων. Σε περίπτωση που σε μια επιχείρηση ή εγκατάσταση δεν υπάρχουν εκπρόσωποι των εργαζομένων για λόγους ανεξάρτητους από τη θέλησή τους, ο εργοδότης υποχρεούται να ενημερώσει εγγράφως και εκ των προτέρων όλους τους εργαζομένους.
*Το γραφείο μας διαθέτει μεγάλη εμπειρία σε πάσης φύσεως ζητήματα εργατικού και κοινωνικοασφαλιστικού δικαίου (απολύσεις, οφειλή δεδουλευμένων αποδοχών, διεκδίκηση υπερωριών και πάσης φύσης εργατικών απαιτήσεων, άκυρη απόλυση, παράσταση σε πάσης φύσεως εργατικές διαφορές, καταμέτρηση ενσήμων, υπολογισμός ποσού σύνταξης, υποβολή αίτησης συνταξιοδότησης, συντάξεις γήρατος, αναπηρίας, θανάτου κ.ο.κ). Για περαιτέρω νομικές συμβουλές ή για την ανάθεση της υπόθεσής σας στο γραφείο μας μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας στο τηλ. 2313 079293 ή με email στο info@siopi-law.gr. Σημειώνεται ότι απαγορεύεται βάσει Κώδικα περί Δικηγόρων η παροχή νομικών συμβουλών άνευ της ανάλογης αμοιβής (άρθρο 57 Ν. 4194/2013)*
Δάφνη I. Σιώπη
Δικηγόρος LLM
Τσιμισκή 52, Θεσσαλονίκη
Τ. 2313 079293, 6977 568673
Ε. info@siopi-law.gr, dsiopi@siopi-law.gr