Συχνά δεχόμαστε από εντολείς μας ερωτήματα αναφορικά με τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να αμειφθούν σε περίπτωση απουσίας από την εργασία τους λόγω ασθένειας. Στο παρόν άρθρο θα προσπαθήσουμε να περιγράψουμε με σύντομο και κατανοητό τρόπο το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο.
Σύμφωνα με τις διατάξεις του Α.Ν 178/1967 σε περίπτωση απουσίας για 1-3 ημέρες από την εργασία συνεπεία ασθένειας, για τις οποίες δεν καταβάλλεται επίδομα από το ΙΚΑ, ο εργοδότης έχει υποχρέωση να καταβάλλει μόνο το μισό του ημερομισθίου ή του ανάλογου ημερήσιου μισθού για τις αντίστοιχες ημέρες ασθενείας. Στην περίπτωση αυτή, δεν απαιτείται γνωστοποίηση στον ασφαλιστικό φορέα (ΕΦΚΑ) και η απόδειξη της ασθενείας μπορεί να γίνει με βεβαίωση γιατρού (ακόμη και ιδιώτη) ή και με απλή υπεύθυνη δήλωση, αναλόγως της επιθυμίας του εργοδότη. Για το ποσό αυτό και για τον αντίστοιχο αριθμό ημερών ασθενείας (1 – 3) ο εργαζόμενος ασφαλίζεται κανονικά στον ΕΦΚΑ (τ. ΙΚΑ). Για το χρονικό διάστημα αυτών των ημερών ασθενείας (1 – 3), αφού ο ΕΦΚΑ δεν καταβάλλει επίδομα ασθενείας, οι ασφαλιστικές εισφορές θα υπολογίζονται στο ½ των αποδοχών που υποχρεούται να καταβάλει ο εργοδότης.
Από την τέταρτη ημέρα της ασθένειας και μετά αναλαμβάνει την επιδότηση του ασθενούντος μισθωτού ο ΕΦΚΑ (τ. ΙΚΑ), ο δε εργοδότης υποχρεούται όπως καταβάλλει τη διαφορά μεταξύ ημερομισθίου ή 1/25 του μισθού και του ημερήσιου επιδόματος ασθενείας του Ι.Κ.Α. Την υποχρέωση αυτή (να συμπληρώσει το επίδομα ασθενείας) έχει ο εργοδότης μέχρις αποδοχών μισού ή ενός μηνός, ανάλογα με το χρόνο υπηρεσίας του μισθωτού (κατά τις διακρίσεις των άρθρων 657-658 Α.Κ.), δηλαδή μισού μηνός εφόσον διανύουν το πρώτο έτος εργασίας στον εν λόγω εργοδότη και ενός μήνα για τα επόμενα έτη στον ίδιο εργοδότη. Στις αποδοχές του μισού ή ενός μηνός, περιλαμβάνεται και το πρώτο τριήμερο, κατά το οποίο ο ασθενής μισθωτός λαμβάνει από τον εργοδότη του μόνο το 1/2 του ημερομισθίου ή του 1/25 του μισθού του.
Κατά τον χρόνο ασθενείας του εργαζομένου για τον οποίο υπάρχει υποχρέωση καταβολής αποδοχών κατά τα άρθρα 657 και 658 του Αστικού Κώδικα, σύμφωνα και με τα όσα αναφέρθηκαν αμέσως παραπάνω, υπάρχει και υποχρέωση ασφαλίσεως από τον εργοδότη. Η ασφάλιση χωρεί στο σύνολο των αποδοχών που δικαιούται ο εργαζόμενος, δηλαδή η ασφάλιση γίνεται χωρίς την αφαίρεση του ποσού του επιδόματος που λαμβάνει από τον ΕΦΚΑ. Επομένως, η ασφάλιση του εργαζομένου για όσο χρόνο έχει δικαίωμα στον μισθό, πρέπει να γίνει κανονικά στις ΑΠΔ του μηνός κατά τον οποίο συμβαίνει η ασθένεια και οι εισφορές υπολογίζονται επί των συνολικών αποδοχών του, με μόνη την προβλεπόμενη μείωση του πρώτου τριημέρου, σύμφωνα με τα ανωτέρω.
Για να λάβει επίδομα ασθενείας από τον ΕΦΚΑ ο μισθωτός, απαιτείται να έχει πραγματοποιήσει εκατό (120) τουλάχιστον ημερομίσθια στην ασφάλιση του φορέα κατά το ημερολογιακό έτος το αμέσως προηγούμενο της αναγγελίας της ασθενείας ή κατά το προηγούμενο της αναγγελίας αυτής 15μηνο, χωρίς όμως να υπολογίζονται στη δεύτερη περίπτωση οι ημέρες εργασίας που πραγματοποιήθηκαν στο τελευταίο ημερολογιακό τρίμηνο του 15μήνου. Επίσης, απαιτείται να είναι ανίκανος για εργασία εξ αιτίας της ασθένειας πράγμα το οποίο θα κρίνει ο αρμόδιος γιατρός του Ιδρύματος. Η ασθένεια δεν πρέπει να οφείλεται σε πταίσμα του μισθωτού. Η αποχή λόγω ασθενείας από την εργασία θα πρέπει να διήρκεσε πέραν των τριών ημερών από την αναγγελία στο Ι.Κ.Α (τριήμερο αναμονής).
Η επιδότηση λόγω ασθενείας από τον ΕΦΚΑ ανέρχεται στο 50% του τεκμαρτού ημερομισθίου της ασφαλιστικής κλάσης στην οποία ανήκει ο ασφαλισμένος, βάσει του μέσου όρου αποδοχών των τριάντα (30) τελευταίων ημερών εργασίας του προηγουμένου της αναγγελίας της ανικανότητας προς εργασία ημερολογιακού έτους. Προσαυξάνεται κατά 10% για κάθε προστατευόμενο μέλος οικογένειας του δικαιούχου και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι ανώτερο του εκάστοτε ισχύοντος τεκμαρτού ημερομισθίου της 8ης ασφαλιστικής κλάσης, ούτε του 70% του ημερομισθίου της ασφαλιστικής κλάσης βάση της οποίας υπολογίζεται το επίδομα. Κατ` εξαίρεση, για τις πρώτες δεκαπέντε (15) ημέρες αποχής από την εργασία λόγω ασθενείας, το ποσό του επιδόματος με τις προσαυξήσεις λόγω οικογενειακών βαρών, ισούται με το 50% του καθοριζόμενου ποσού και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι ανώτερο του τεκμαρτού ημερομισθίου της 3ης ασφαλιστικής κλάσης, όπως αυτό ισχύει κάθε φορά, ούτε και του 35% του ημερομίσθιου της ασφαλιστικής κλάσης με την οποία υπολογίζεται το επίδομα.
*Το γραφείο μας διαθέτει μεγάλη εμπειρία σε πάσης φύσεως ζητήματα εργατικού και κοινωνικοασφαλιστικού δικαίου (απολύσεις, οφειλή δεδουλευμένων αποδοχών, διεκδίκηση υπερωριών και πάσης φύσης εργατικών απαιτήσεων, άκυρη απόλυση, παράσταση σε πάσης φύσεως εργατικές διαφορές, καταμέτρηση ενσήμων, υπολογισμός ποσού σύνταξης, υποβολή αίτησης συνταξιοδότησης, συντάξεις γήρατος, αναπηρίας, θανάτου κ.ο.κ). Για περαιτέρω νομικές συμβουλές ή για την ανάθεση της υπόθεσής σας στο γραφείο μας μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας στο τηλ. 2313 079293 ή με email στο info@siopi-law.gr. Σημειώνεται ότι απαγορεύεται βάσει Κώδικα περί Δικηγόρων η παροχή νομικών συμβουλών άνευ της ανάλογης αμοιβής (άρθρο 57 Ν. 4194/2013)*
Δάφνη I. Σιώπη
Δικηγόρος LLM
Τσιμισκή 52, Θεσσαλονίκη
Τ. 2313 079293, 6977 568673
Ε. info@siopi-law.gr, dsiopi@siopi-law.gr