Ολοένα και συχνότερα παρατηρείται στην εποχή μας το φαινόμενο της ηθικής – ψυχολογικής παρενόχλησης στην εργασία και για τον λόγο αυτό δεν είναι λίγοι οι εντολείς του γραφείου μας που απευθύνονται σε εμάς για να μάθουν τα δικαιώματά τους και πώς μπορούν να προστατευθούν όταν υφίστανται μειωτική, απαξιωτική ή εχθρική συμπεριφορά στο εργασιακό τους περιβάλλον.
Με το Ν. 4808/2021 και συγκεκριμένα τα άρθρα από 2 έως 23 κυρώθηκε η Σύμβαση 190 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας για την εξάλειψη της βίας και παρενόχλησης στον κόσμο της εργασίας, όπως υιοθετήθηκε από τη Συνδιάσκεψη της 21ης Ιουνίου 2019. Σκοπός των ρυθμίσεων αυτών είναι να θέσει ένα συνεκτικό και σύγχρονο πλαίσιο για την πρόληψη, την αντιμετώπιση και καταπολέμηση των συμπεριφορών βίας και παρενόχλησης, συμβάλλοντας στη δημιουργία ενός περιβάλλοντος εργασίας, το οποίο θα σέβεται, θα προωθεί και θα υλοποιεί στην πράξη το δικαίωμα κάθε προσώπου σε έναν κόσμο εργασίας χωρίς βία ή παρενόχληση. Κεφαλαιώδους σημασίας είναι το γεγονός πως στο πεδίο εφαρμογής του προαναφερθέντος εντάσσονται όλοι οι εργαζόμενοι – ανεξάρτητα από το συμβατικό καθεστώς τους – δηλαδή ακόμη και οι ασκούμενοι, μαθητευόμενοι, εθελοντές, αιτούντες εργασία και οι εργαζόμενοι στην άτυπη οικονομία. Εμπίπτουν επίσης στις εν λόγω προστατευτικές διατάξεις και οι εργαζόμενοι με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου στον δημόσιο τομέα, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 14 του Ν.4270/2014 και οι απασχολούμενοι σε αυτόν κατά τους ορισμούς του άρθρου 3 παρ. 2 του Ν.4808/2021.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μέχρι πρόσφατα δεν υπήρχαν ειδικές ρυθμίσεις για την προστασία των εργαζομένων από την εκδήλωση περιστατικών βίας και παρενόχλησης κατά τη διάρκεια της εργασίας. Εφαρμογή είχαν οι γενικές διατάξεις του ΑΚ για την προσβολή της προσωπικότητας και την αδικοπρακτική ευθύνη (57, 59, 914, 932 ΑΚ), ενώ στις περιπτώσεις που το θύμα των μορφών συμπεριφοράς βίας και παρενόχλησης εξαναγκαζόταν να εγκαταλείψει την εργασία του ή ο εργοδότης προέβαινε σε καταγγελία της σύμβασης λόγω μη ενδοτικότητας του εργαζομένου π.χ. σε σεξουαλική παρενόχληση, η νομολογία εφάρμοζε τις διατάξεις των άρθρων 7 του Ν. 2112/1990 και 281 ΑΚ για τη μονομερή βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας και την απαγόρευση καταχρηστικής συμπεριφοράς (Περισσότερα για το ισχύον προ του Ν. 4808/2011 καθεστώς, μπορείτε να διαβάσετε εδώ).
Πριν προχωρήσουμε στα μέτρα που ελήφθησαν, πρέπει να διευκρινισθεί ότι υπό την έννοια της βίας και παρενόχλησης στο χώρο της εργασίας νοείται κάθε συμπεριφορά, πράξη ή πρακτική, μεμονωμένη ή κατ’ επανάληψη, που αποσκοπεί ή ενδέχεται να οδηγήσει σε σωματική, ψυχολογική, σεξουαλική ή οικονομική βλάβη παραβιάζοντας την αξιοπρέπεια του προσώπου, συμπεριλαμβανόμενης της παρενόχλησης λόγω φύλου, και λαμβάνει χώρα στο χώρο της εργασίας, στις μετακινήσεις, αλλά και τις επικοινωνίες που σχετίζονται με αυτήν. Από τον ορισμό αυτό (άρθρο 4 Ν. 4808/2021), γίνεται αντιληπτό ότι, με τον νέο νόμο εισάγεται η έννοια του εργασιακού εκφοβισμού, άλλως mobbing.
Όσον αφορά δε το θεσμικό πλαίσιο που εισάγει ο Ν. 4808/2021 για την αντιμετώπιση των ανωτέρω συμπεριφορών – πέραν προφανώς της «απαγόρευσης κάθε μορφής βίας και παρενόχλησης» στην εργασία – τούτο επεκτείνεται τόσο στην πρόληψη όσο και αντιμετώπιση τέτοιων περιστατικών. Πιο συγκεκριμένα:
i) Προληπτικά μέτρα
– Ο εργοδότης οφείλει όχι μόνο να απέχει από συμπεριφορές βίας και παρενόχλησης, αλλά επιπροσθέτως να διαχειρίζεται κάθε καταγγελία επιδεικνύοντας μηδενική ανοχή σε αυτές, να παρέχει στους εργαζόμενους πληροφορίες για τους πιθανούς κινδύνους βίας και παρενόχλησης και να συνδράμει κάθε Αρχή στην εξέταση καταγγελιών (άρθρο 3 Ν. 4808/2021).
– Ο εργοδότης οφείλει να επιβλέπει την ορθή εφαρμογή των μέτρων υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων, να τους γνωστοποιεί τους επαγγελματικούς κινδύνους από την εργασία τους, να αξιολογεί τους ψυχοκοινωνικούς κινδύνους και να λαμβάνει μέτρα για την πρόληψη, τον έλεγχο και περιορισμό αυτών (άρθρο 3 Ν. 4808/2021).
– Οι επιχειρήσεις που απασχολούν περισσότερα από είκοσι (20) άτομα υποχρεούνται να υιοθετούν πολιτική μηδενικής ανοχής εκτιμώντας τους κινδύνους βίας και παρενόχλησης, προβαίνοντας σε ενέργειες ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης του προσωπικού, ορίζοντας έναν εργαζόμενο ως «πρόσωπο αναφοράς – σύνδεσμο», ο οποίος θα είναι αρμόδιος για την καθοδήγηση και ενημέρωση των εργαζομένων, και επιπλέον να έχουν μία πολιτική εσωτερικής διαχείρισης καταγγελιών περιστατικών βίας και παρενόχλησης, η οποία θα περιλαμβάνει τουλάχιστον ασφαλείς διαύλους επικοινωνίας για την υποδοχή των καταγγελιών, απαγόρευση αντιποίνων, αμεροληψία στην εξέταση (άρθρο 9 Ν. 4808/2021).
ii) Μέτρα αντιμετώπισης
– Ο εργοδότης οφείλει να λάβει μέτρα για την παρεμπόδιση και την μη επανάληψη τέτοιων περιστατικών (πχ. σύσταση συμμόρφωσης, αλλαγή θέσης, ωραρίου, τόπου ή τρόπου εργασίας ή καταγγελίας της σχέσης απασχόλησης του εργαζομένου που προέβη σε τέτοια μεμπτή συμπεριφορά).
– Κάθε εργαζόμενος που έρχεται αντιμέτωπος περιστατικό βίας και παρενόχλησης έχει δικαίωμα τόσο δικαστικής προστασίας όσο και προσφυγής ενώπιον της αρμόδιας Επιθεώρησης Εργασίας και το Συνήγορο του Πολίτη, όπως και καταγγελίας εντός της επιχείρησης (άρθρα 17 – 19 Ν. 4808/2021), οπότε και ο εργοδότης υποχρεούται να λάβει τα απαραίτητα πρόσφορα και ανάλογα μέτρα κατά περίπτωση σε βάρος του καταγγελλόμενου (είτε εργαζόμενος ή με άλλη σχέση απασχολούμενος, που παραβιάζουν την απαγόρευση βίας και παρενόχλησης) (αρθ. 12, παρ. 2, Ν.4808/2021). Σε περίπτωση δε διαπιστωμένης παραβίασης της απαγόρευσης βίας και παρενόχλησης στην εργασία από τον εργοδότη ή πρόσωπο που ασκεί το διευθυντικό δικαίωμα ή εκπροσωπεί τον εργοδότη ή σε περίπτωση μη λήψης από τον εργοδότη των πρόσφορων και ανάλογων μέτρων επί παραβίασης της απαγόρευσης από άλλο εργαζόμενο, επιβάλλονται σε βάρος του εργοδότη οι διοικητικές κυρώσεις του άρθρου 19 παρ. 2 του Ν.4808/2021.
– Κάθε εργαζόμενος που υφίσταται περιστατικό βίας και παρενόχλησης δικαιούται να αποχωρήσει από τον εργασιακό χώρο για εύλογο χρονικό διάστημα, χωρίς στέρηση των απολαβών του, αφού προηγουμένως ενημερώσει εγγράφως τον εργοδότη του.
Αξίζει να σημειωθεί ότι σε περίπτωση διαπίστωσης παραβίασης από τον υπόχρεο εργοδότη των άρθρων 5 έως και 11 του ΜΕΡΟΥΣ ΙΙ του ν. 4808/2021 ως αποτέλεσμα είτε επιτόπιου ελέγχου, είτε εργατικής διαφοράς επιβάλλονται τόσο από τους Επιθεωρητές Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία, όσο και από τους Επιθεωρητές Εργασιακών Σχέσεων (άρθρο 19 παρ. 1 του ν. 4808/2021) οι διοικητικές κυρώσεις που προβλέπονται από την υπ’ αριθ. 80016/2022 (ΦΕΚ 4629Β ΄/01-9-2022) απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων.
Με το νέο θεσμικό πλαίσιο (Ν.4808/2021, άρθρα 2-23) αναδεικνύεται ο προεξάρχων ρόλος της προστασίας των θυμάτων, καταγγελλόντων ή μαρτύρων από περαιτέρω θυματοποίηση ή αντίποινα διασφαλίζοντας με αυτόν τον τρόπο την πρόσβαση των θιγομένων σε πιο αποτελεσματικούς και ασφαλείς μηχανισμούς αναφοράς. Ειδικότερα απαγορεύεται και είναι άκυρη κάθε καταγγελία ή η με οποιοδήποτε τρόπο λύση της έννομης σχέσης, στην οποία στηρίζεται η απασχόληση, καθώς και κάθε άλλη δυσμενής μεταχείριση κάθε θιγόμενου προσώπου, εφόσον συνιστά εκδικητική συμπεριφορά, η οποία εκδηλώνεται ως αντίμετρο σε καταγγελία, μαρτυρία, παροχή πληροφοριών ή αίτημα παροχής έννομης προστασίας για περιστατικό βίας ή παρενόχλησης (αρθ. 13, Ν.4808/2021).
Ιδιαίτερα σημαντική καινοτομία που εισάγεται με το νέο νομοθετικό πλαίσιο αποτελεί η αντιστροφή του βάρους απόδειξης που εισάγεται με το άρθρο 15 του Ν. 4808/2021. Πιο συγκεκριμένα, υλοποιείται η άμεση προστασία των θιγόμενων με την καθιέρωση του δικονομικού κανόνα περί αντιστροφής του βάρους απόδειξης, όταν το θιγόμενο πρόσωπο επικαλείται γεγονότα ή στοιχεία, από τα οποία πιθανολογείται η εκδήλωση περιστατικού βίας ή παρενόχλησης, με αποτέλεσμα ο καθ’ ού να φέρει το βάρος να αποδείξει στο δικαστήριο ή ενώπιον αρμόδιας διοικητικής αρχής ότι δε συνέτρεξαν τέτοιες περιστάσεις (αρθ. 15, Ν. 4808/2021). Η αποδεικτική αυτή διευκόλυνση είναι ιδιαίτερα σημαντική, αφού στις περισσότερες περιπτώσεις ο εργαζόμενος αποθαρρύνεται να διεκδικήσει νομικά τα δικαιώματά του, για τον λόγο ότι αδυνατεί να αποδείξει πραγματικά περιστατικά και καταστάσεις.
iii) Αρμοδιότητα Επιθεώρησης Εργασίας:
Με τις διατάξεις του άρθρου 17 του Ν.4808/2021 καθορίζεται διευρυμένη αρμοδιότητα της Επιθεώρησης Εργασίας ως προς τα περιστατικά βίας και παρενόχλησης, προκειμένου να παρέχονται αυξημένα εχέγγυα προστασίας στα θιγόμενα πρόσωπα και να διασφαλίζεται η συμμόρφωση όλων των υπόχρεων με τις εκ του νόμου υποχρεώσεις τους. Ειδικότερα, η Επιθεώρηση Εργασίας ορίζεται ως αρμόδια να επιλαμβάνεται καταγγελίες από θιγόμενα πρόσωπα αναφορικά με περιστατικά βίας και παρενόχλησης στην εργασία, παραβίασης των δικαιωμάτων των θιγόμενων ή ύπαρξης αντιποίνων (αρθ. 4, 12 και 13, Ν.4808/2021), καθώς και να ελέγχει την τήρηση των υποχρεώσεων πρόληψης των εργοδοτών, ανεξαρτήτως υποβολής αίτησης από κάποιον θιγόμενο (αρθ. 5-11, Ν.4808/2021).
Με το άρθρο 18 του Ν.4808/2021 προβλέπεται ειδική διαδικασία ενώπιον της Επιθεώρησης Εργασίας, η οποία αναφέρεται στη διαχείριση των επώνυμων καταγγελιών που υποβάλλονται στην Επιθεώρηση για παραβίαση των διατάξεων περί απαγόρευσης της βίας και παρενόχλησης στην εργασία, βασικά σημεία της οποίας, είναι τα κάτωθι :
– Αίτηση για εργατική διαφορά σχετική με βία και παρενόχληση (άρθρα 4, 12 και 13) κατ’ επιλογή του θιγομένου προσώπου είτε στον Προϊστάμενο της αρμόδιας Περιφερειακής Διεύθυνσης Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων, είτε στον Προϊστάμενο του αρμόδιου Τμήματος και η διαδικασία επίλυσης της διαφοράς διεξάγεται από αυτόν. Στο άρθρο 14 του ίδιου νόμου προβλέπεται υπό προϋποθέσεις και δυνατότητα προσφυγής για τα ως άνω θέματα και από νομικά πρόσωπα και ενώσεις προσώπων, συμπεριλαμβανομένων συνδικαλιστικών οργανώσεων.
– Το ως άνω αρμόδιο όργανο ενημερώνει αμελλητί το Αυτοτελές Τμήμα για τη Βία και την Παρενόχληση στην Εργασία από την υποβολή της καταγγελίας, τις κοινοποιήσεις ή διαβιβάσεις σχετικών εγγράφων, διαβίβαση φακέλου και πρόσκλησης για παράσταση εκπροσώπου του Συνηγόρου του Πολίτη (όταν η καταγγελία εμπίπτει στο πεδίο αρμοδιότητάς του σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της ίσης μεταχείρισης σύμφωνα με το άρθρο 4, παρ. 5 του Ν. 3094/2003) μέχρι και την ολοκλήρωση της διαδικασίας και τη σύνταξη της αιτιολογημένης άποψης του αρμοδίου οργάνου, ώστε να δύναται το Τμήμα να παρακολουθεί την πορεία της υπόθεσης.
– Κατά προτεραιότητα προσδιορισμός της διαδικασίας και ολοκλήρωση αυτής εντός δύο (2) μηνών το αργότερο από την υποβολή της καταγγελίας.
– Κατά τη διεξαγωγή της διαδικασίας προστατεύεται η ιδιωτικότητα των εμπλεκομένων ή τρίτων και τα προσωπικά δεδομένα τους και το προσωπικό της Επιθεώρησης Εργασίας επέχει καθήκον εχεμύθειας για έγγραφα και στοιχεία που λαμβάνει γνώση στο πλαίσιο της επίλυσης της διαφοράς.
– Κατά τη διεξαγωγή της διαδικασίας δύναται να γίνει χρήση τυποποιημένων δελτίων ελέγχου και εργαλείων τεκμηρίωσης και κάθε αποδεικτικού εγγράφου και να ζητείται η συνδρομή κάθε αρμόδιας αρχής και του εργοδότη. Κατά τη σχετική διαδικασία εφαρμόζεται η αντιστροφή του βάρους απόδειξης του άρθρου 24 παρ. 1 του Ν. 3896/2010 (αρθ. 15, Ν.4808/2021).
– Εφόσον κατά τη διαδικασία της εργατικής διαφοράς διαπιστωθεί παραβίαση των άρθρων 4 έως και 13 του Ν.4808/2021, επιβάλλονται από τον Επιθεωρητή Εργασίας κυρώσεις σύμφωνα με το άρθρο 19 του ίδιου νόμου. Συγκεκριμένα εισάγεται πρόβλεψη για ειδικές κυρώσεις στον εργοδότη με αντίστοιχη ενδυνάμωση της Επιθεώρησης Εργασίας σε περίπτωση παραβίασης των σχετικώς θεσμοθετημένων υποχρεώσεών του, είτε αυτή λάβει χώρα από τον ίδιο, είτε από εργαζόμενό του και ο εργοδότης δε λάβει τα μέτρα του άρθρου 12 παρ. 2, ενώ επιφυλάσσεται και αυστηρότερη μεταχείρισή του, εφόσον ληφθούν αντίποινα (άρθρο 13) από τον εργοδότη σε βάρος του θιγόμενου.
Καθιερώνεται επίσης (αρθ. 19, παρ. 3, Ν.4808/2021), ειδική αρμοδιότητα της Επιθεώρησης Εργασίας έκδοσης εντολής με άμεση εκτελεστική ισχύ προς τον εργοδότη να λάβει ένα ή περισσότερα από τα συγκεκριμένα τέσσερα προσωρινά μέτρα σε περίπτωση επικείμενου κινδύνου, τα οποία και δύνανται να επιβληθούν σε κάθε στάδιο επίλυσης της εργατικής διαφοράς ή διενέργειας του ελέγχου και μπορούν να ανακαλούνται ή να διατηρούνται με το πόρισμα ή με νεότερη απόφαση του Επιθεωρητή Εργασίας. Η εφαρμογή των προσωρινών μέτρων διαρκεί έως ότου παύσει αποδεδειγμένα να υφίσταται ο επικείμενος κίνδυνος και συνίστανται στα εξής: α) απομάκρυνση του καταγγέλλοντος από τον χώρο εργασίας με καταβολή πλήρων των αποδοχών, β) αλλαγή βαρδιών του προσωπικού, γ) μετακίνηση του καταγγελλόμενου σε άλλο τμήμα εργασίας, δ) απασχόληση του καταγγελλόμενου με τηλεργασία ή εξ αποστάσεως εργασία αναλόγως προς τη φύση των καθηκόντων. Σε περίπτωση μη εκτέλεσης από τον εργοδότη των οριζόμενων στην εντολή μέτρων επιβάλλεται πρόστιμο σύμφωνα με τα ανωτέρω.
* Το γραφείο μας διαθέτει μεγάλη εμπειρία σε πάσης φύσεως ζητήματα εργατικού και κοινωνικοασφαλιστικού δικαίου (απολύσεις, οφειλή δεδουλευμένων αποδοχών, διεκδίκηση υπερωριών και πάσης φύσης εργατικών απαιτήσεων, άκυρη απόλυση, παράσταση σε πάσης φύσεως εργατικές διαφορές, καταμέτρηση ενσήμων, υπολογισμός ποσού σύνταξης, υποβολή αίτησης συνταξιοδότησης, συντάξεις γήρατος, αναπηρίας, θανάτου κ.ο.κ). Για περαιτέρω νομικές συμβουλές ή για την ανάθεση της υπόθεσής σας στο γραφείο μας μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας στο τηλ. 2313 079293 ή με email στο info@siopi-law.gr. Σημειώνεται ότι απαγορεύεται βάσει Κώδικα περί Δικηγόρων η παροχή νομικών συμβουλών άνευ της ανάλογης αμοιβής (άρθρο 57 Ν. 4194/2013)*
Δάφνη I. Σιώπη
Δικηγόρος LLM
Τσιμισκή 52, Θεσσαλονίκη
Τ. 2313 079293, 6977 568673
Ε. info@siopi-law.gr, dsiopi@siopi-law.gr