Ένα από τα συχνότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι και για το οποίο αναζητούν την συμβουλή του γραφείου μας είναι αυτό της μη καταβολής του μισθού τους από τον εργοδότη τους. Ένα από τα βασικά νομικά όπλα που διαθέτει ο εργαζόμενος σε μία τέτοια περίπτωση είναι η επίσχεση εργασίας.
Η επίσχεση εργασίας επιφέρει απαλλαγή του εργαζομένου από την υποχρέωση παροχής εργασίας, χωρίς ο εργαζόμενος να χάνει τον μισθό του για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η επίσχεση. Η άσκηση του δικαιώματος επίσχεσης καθιστά τον εργοδότη, ο οποίος είναι πρόθυμος να δεχθεί την παροχή που του προσφέρεται (εργασία), αλλά δεν προσφέρει την αντιπαροχή που του ζητείται (δεδουλευμένοι μισθοί), υπερήμερο δανειστή (άρθρο 353 ΑΚ). Συνέπεια της υπερημερίας του ως προς την αποδοχή της εργασίας είναι ότι οφείλει μισθούς για όσο διάστημα ο εργαζόμενος δεν παρέχει την εργασία του λόγω της επίσχεσης.
Το δικαίωμα της επίσχεσης ασκείται με δήλωση του εργαζομένου προς τον εργοδότη ότι παύει να παρέχει την εργασία του μέχρι αυτός να του καταβάλει τις καθυστερούμενες αποδοχές. Η δήλωση αυτή μπορεί να γίνει και προφορικά, θα πρέπει όμως να είναι σαφής ως προς τη βούληση άσκησης του δικαιώματος επίσχεσης και να αναφέρει τη ληξιπρόθεσμη αξίωση ή αξιώσεις για τις οποίες ασκείται το δικαίωμα επίσχεσης.
Εάν περισσότεροι εργαζόμενοι έχουν αξίωση για δεδουλευμένους μισθούς, μπορούν να ασκήσουν από κοινού το δικαίωμα επίσχεσης, αρνούμενοι έτσι την παροχή εργασίας μέχρι να εκπληρώσει ο εργοδότης τη δική του παροχή προς αυτούς (ομαδική επίσχεση εργασίας). Η ομαδική επίσχεση εργασίας δεν αποτελεί απεργία. Γι’ αυτό δεν απαιτείται η τήρηση των προϋποθέσεων και όρων για την άσκηση του δικαιώματος απεργίας. Το γεγονός ότι το δικαίωμα επίσχεσης ασκείται συλλογικά δεν αλλοιώνει το χαρακτήρα του και δεν μεταβάλλει την αποχή σε απεργία. Έτσι, οι εργαζόμενοι στην περίπτωση της επίσχεσης διατηρούν την αξίωσή τους στον μισθό για όσο καιρό αυτή διαρκεί.
Η άσκηση του δικαιώματος επίσχεσης (ατομική ή ομαδική), όπως η άσκηση κάθε δικαιώματος, υπόκειται στον περιορισμό του άρθρου 281 ΑΚ. Στο πλαίσιο ελέγχου της καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος επίσχεσης εργασίας, θα πρέπει να λάβει κανείς υπόψη την ιδιαιτερότητα της συγκεκριμένης παροχής. Έχει κριθεί ότι το δικαίωμα επίσχεσης ασκείται καταχρηστικά όταν λ.χ. η οφειλόμενη απαίτηση είναι ασήμαντη ή η καθυστέρηση στην πληρωμή του μισθού αναμένεται να είναι σύντομη. Η νομολογία για τη νόμιμη άσκηση του δικαιώματος επίσχεσης της εργασίας θέτει ως προϋπόθεση η καθυστέρηση στην καταβολή του μισθού να είναι αξιόλογη. Με δεδομένο, πάντως, ότι ο μισθός καταβάλλεται σε τακτά μικρά χρονικά διαστήματα και αποτελεί μέσο συντήρησης του μισθωτού, τα όρια ανοχής της καθυστέρησης είναι περιορισμένα. Επίσης, θεωρείται καταχρηστική η άσκηση της επίσχεσης όταν η καθυστέρηση οφείλεται σε απρόβλεπτες περιστάσεις ή όταν η επίσχεση προξενεί δυσβάστακτη και δυσανάλογη ζημία στον εργοδότη σε σχέση με το σκοπούμενο αποτέλεσμα.
Σε περίπτωση επίσχεσης εργασίας, προβλέπεται νομοθετικά επίδομα επίσχεσης εργασίας. Πρόκειται, ειδικότερα, για χρηματική ενίσχυση που αποδίδεται σε όσους ανέργους είναι ασφαλισμένοι, αλλά δεν συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις για τη λήψη της τακτικής επιδότησης (επίδομα ανεργίας) από τη ΔΥΠΑ. Για τη λήψη του επιδόματος επίσχεσης, οι προηγουμένως απασχολούμενοι θα πρέπει να βρέθηκαν σε καθεστώς ανεργίας είτε λόγω διακοπής των εργασιών της επιχείρησης/εκμετάλλευσης και αδυναμίας για οποιοδήποτε λόγο καταγγελίας της σύμβασης εργασίας από τον εργοδότη είτε λόγω επίσχεσης εργασίας, σύμφωνα με το άρθρο 325 του ΑΚ. Οι παραπάνω δικαιούχοι μπορούν να λάβουν το επίδομα επίσχεσης έως και 3 φορές εντός του ημερολογιακού έτους.
Οι δικαιούχοι θα πρέπει να παραμένουν άνεργοι επί τρεις μήνες και να έχουν πραγματοποιήσει στην ασφάλιση ανεργίας εξήντα (60) τουλάχιστον ημέρες εργασίας στο έτος που προηγείται της έναρξης του τριμήνου. Ο ασφαλισμένος μπορεί να λάβει το ειδικό βοήθημα μέχρι και τρεις φορές μέσα στο αυτό ημερολογιακό έτος. Στην περίπτωση που συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις για την καταβολή του ειδικού βοηθήματος περισσότερες από μια φορά στο αυτό ημερολογιακό έτος, δεν απαιτείται η προϋπόθεση των εξήντα ημερομισθίων που απαιτείται μόνο για την πρώτη καταβολή του βοηθήματος. Επίσης, ο ασφαλισμένος πρέπει να έχει τεθεί, σε όλο το καθοριζόμενο σ’ αυτές χρονικό διάστημα, στη διάθεση της αρμόδιας Υπηρεσίας Απασχόλησης του ΟΑΕΔ. Για την καταβολή του ειδικού βοηθήματος απαιτείται επιπλέον το ετήσιο καθαρό οικογενειακό εισόδημα του ασφαλισμένου να μην υπερβαίνει ένα συγκεκριμένο ποσό, όπως αυτό αποδεικνύεται από έγγραφο της οικείας οικονομικής εφορίας. Για το έτος 2022, το ποσό αυτό οριζόταν στα 12.619,22€. Για κάθε επόμενο ημερολογιακό έτος, το όριο αυτό αυξάνεται κατά 293,47€.
Εφόσον αντιμετωπίζετε κάποιο πρόβλημα με τον εργοδότη σας, μην διστάσετε να επικοινωνήσετε μαζί μας, για να σας προτείνουμε τον πιο αποτελεσματικό τρόπο για την προστασία των δικαιωμάτων σας.
*Το γραφείο μας διαθέτει μεγάλη εμπειρία σε πάσης φύσεως ζητήματα εργατικού και κοινωνικοασφαλιστικού δικαίου (απολύσεις, οφειλή δεδουλευμένων αποδοχών, διεκδίκηση υπερωριών και πάσης φύσης εργατικών απαιτήσεων, άκυρη απόλυση, παράσταση σε πάσης φύσεως εργατικές διαφορές, καταμέτρηση ενσήμων, υπολογισμός ποσού σύνταξης, υποβολή αίτησης συνταξιοδότησης, συντάξεις γήρατος, αναπηρίας, θανάτου κ.ο.κ). Για περαιτέρω νομικές συμβουλές ή για την ανάθεση της υπόθεσής σας στο γραφείο μας μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας στο τηλ. 2313 079293 ή με email στο info@siopi-law.gr. Σημειώνεται ότι απαγορεύεται βάσει Κώδικα περί Δικηγόρων η παροχή νομικών συμβουλών άνευ της ανάλογης αμοιβής (άρθρο 57 Ν. 4194/2013)*
Δάφνη I. Σιώπη
Δικηγόρος LLM
Τσιμισκή 52, Θεσσαλονίκη
Τ. 2313 079293, 6977 568673
Ε. info@siopi-law.gr, dsiopi@siopi-law.gr